top of page

"Περιγράψτε τις μέρες της εβδομάδας σαν να ήταν άνθρωποι" Η περιγραφή που κέρδισε στο διαγ


ΔΕΥΤΕΡΑ: Κοτσονάτη, γεμάτη γυναίκα, με τα κάλλη της να ξεχειλίζουν από το ανοικτό ντεκολτέ. Πληθωρικοί γοφοί που πεισματικά κορδώνονται μέσα στο ασφυκτικά στενό παντελόνι. Πολλά υποσχόμενη θηλυκή παρουσία, πάνω σε ψηλοτάκουνες μπότες. Μα...μάτια γκρίζα, γεμάτα κατήφεια, κάτω από άγρια φρύδια. Ρυτίδες στα ακρόχειλα και στόμα μουντό, σκληρό. Μαλλιά ηλεκτρισμένα, έτοιμα να ξεριζωθούν. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!!

ΤΡΙΤΗ: Με τους αγκώνες πάνω στο γραφείο και το κεφάλι παρατημένο στις παλάμες. Τα γυαλάκια έχουν νωχελικά γλιστρήσει πάνω στην μύτη, έτοιμα να πηδήξουν στο κενό. Μάτια μικρά, καστανά, κοιτούν πεισματικά το φάκελο μπροστά τους. Κάποιες τρίχες, αντιδραστικά, χαϊδεύουν το μεγάλο κενό στην κορυφή της κόμης. Η τσεπούλα στο άσπρο πουκάμισο τακιμιάζει με ένα κόκκινο στυλό. Ράθυμα σέρνεται το βλέμμα στις αράδες των χαρτιών.

ΤΕΤΑΡΤΗ: Το καφεδάκι μυρίζει εξαίσια! Το ακουμπά στα χείλη του. Ένα τσουλούφι από τα πυκνά, μαύρα του μαλλιά, πέφτει σκόπιμα στα μεγάλα του μαύρα μάτια. Διαβάζει τις ατάκες του στο σενάριο και το υπέροχο στόμα του χαμογελά. Το λαδί μπλουζάκι του τονίζει το άσπρο του δέρμα. Κάθεται σταυροπόδι, γέρνοντας λίγο, την καρέκλα, προς τα πίσω. Όμορφο σώμα γεμάτο αυτοπεποίθηση με βλέμμα βυθισμένο στην πλοκή.

ΠΕΜΠΤΗ: Χνουδωτός, καφέ και μπεζ. Μουσούδα έξυπνη, ζωηρή. Αυτάκια στητά, περίργα. Μια ατίθαση γλώσσα και μια αεικίνητη ουρά. Παιχνιδιάρης, ανυπόμονος, ειλικρινής και πιστός. Βρέχει, αλλά εκείνος χοροπηδά και καταπίνει τις στάλες. Τι κι αν οι περαστικοί τον αγνοούν. Εκείνος ζει την απόλυτη ευτυχία!

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Φόρεσε την στολή του φασουλή και την πολύχρωμη μάσκα της. Άρπαξε στην αγκαλιά της τα χρώματα. Μέρα Αποκριάς, μέρα Χαράς και Ξεφαντώματος. Ξεκίνησε να βάφει με όνειρα τα παιδικά μαγουλάκια. Γελούσε συνεχώς. Άστραφταν τα κάτασπρα δόντια της. Τα πράσινά της μάτια ταξίδευαν στα δικά της παιδικά χρόνια. Όμορφα λεπτά δάκτυλα χόρευαν με τις μπογιές στα προσωπάκια των μικρών μασκαράδων.

ΣΑΒΒΑΤΟ: Φόρεσε το αγαπημένο του μαγιό. Έριξε από πάνω ένα αμάνικο μακό. Φόρεσε τα μοδάτα του γυαλιά και έτρεξε στην άμμο. Η παλιοπαρέα τον περίμενε για το μεγάλο παιχνίδι! Η μπάλα βασανιζόταν πάνω στις ρακέτες, σε έναν αγώνα αντοχής μέχρι το σούρουπο. Το παιχνίδι έληξε, γέλια γέμισαν την παραλία. Έβγαλε τα γυαλιά και το αμάνικο και βούτηξε στην δροσιά του θαλασσινού νερού.

ΚΥΡΙΑΚΗ: Η γιαγιά γύρισε σπίτι σιγοτραγουδώντας μια ωδή. Έβγαλε τα μοκασίνια της και περπάτησε στο ζεστό χαλί. Τα γκρίζα της μαλλιά, ακόμα σε μπούκλες, χάιδευαν τον στητό λαιμό της. Τα κρεμαστά της σκουλαρίκια σε χρώμα σμαραγδί παιχνίδιζαν με το φως, στους λοβούς των αυτιών της. Λεπτή, κομψή, γελαστή, ζεστή, σοφή. Χάιδεψε τον Ασπρούλη και εκείνος γουργούρισε απαλά. Η γιαγιά χώθηκε σε μια φωτεινή καμαρούλα. Άνοιξε διάπλατα τις κουρτίνες, φόρεσε το μεγάλο καρώ πουκάμισο του παππού και έπιασε το πινέλο. Να, λίγο πράσινο λείπει εδώ και λίγο γαλάζιο από τον ουρανό.

Προτεινόμενα
Πρόσφατα
Ετικέτες
Noch keine Tags.
bottom of page